Η Ουντινέζε της περιόδου από τις αρχές του 2000 και μέχρι περίπου τα τέλη της δεκαετίας, ήταν μία από τις πιο αγαπημένες ομάδες για τους περισσότερους ποδοσφαιρόφιλους εκείνη την περίοδο. Σε αυτήν δέσποζε η μορφή του Βιντσέντζο Ιακουίντα, ενός από τους καλύτερους επιθετικούς της εποχής, που έφτιαξε μαζί με τους Νταβίντ Ντι Μικέλε και Αντόνιο Ντι Νατάλε μια εκρηκτική τριάδα στην ομάδα του ιταλικού βορρά, ο οποίος γεννήθηκε στις 21 Νοεμβρίου του το 1979.
Ο Ιακουίντα ήταν το απόλυτο σημείο αναφοράς της ομάδας του Ούντινε. Απειλούσε, άνοιγε χώρους, δημιουργούσε ευκαιρίες και για τους συμπαίκτες του και σύνδεσε το όνομά του με μερικές από τις κορυφαίες στιγμές στην ιστορία της ομάδας, όπως όταν την οδήγησε και στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, όπου όπως θυμόμαστε αντιμετώπισε και τον Παναθηναϊκό, τη σεζόν 2005-06, με τους Ιταλούς να κερδίζουν και τα δύο παιχνίδια, με 3-0 στην Ιταλία και 1-2 στο ΟΑΚΑ, με τον Ιακουίντα να σκοράρει συνολικά 4 φορές απέναντι στους «Πράσινους», κάνοντας μάλιστα χατ τρικ στο Φρίουλί.
Παρότι η καταγωγή του είναι από την Καλαβρία, ο Ιακουίντα μεγάλωσε στη Βόρεια Ιταλία, αφού οι γονείς του μετακόμισαν τη δεκαετία του ’80 στην Εμίλια Ρομάνια για καλύτερες ευκαιρίες εργασίας και καλύτερη ποιότητα ζωής. Εκεί, ο Ιακουίντα έκανε και τα πρώτα του βήματα στο ποδόσφαιρο με την ερασιτεχνική ομάδα της Ρετζιόλο, στην οποία ξεκίνησε το 1998 την καριέρα του, πριν μετακινηθεί στην Πάντοβα.
Μετά από ένα εξάμηνο και μια «αναιμική» παρουσία στην Πάντοβα, μετακινήθηκε στην Κάστελ Ντι Σάνγκρο. Εκεί ξεκίνησε να ξεχωρίζει και οι εξαιρετικές του εμφανίσεις τον οδήγησαν στη μεγάλη πρόκληση, τη μεταγραφή στην πρώτη κατηγορία της Ιταλίας, τη φημισμένη Serie A, στην οποία εκείνη την εποχή αγωνίζονταν τα μεγαλύτερα ονόματα του παγκοσμίου ποδοσφαίρου.
Μεταγράφηκε τον Ιούνιο του 2000 στην Ουντινέζε και για την επόμενη επταετία αποτέλεσε τον Πύργο και τον ακρογωνιαίο λίθο της επίθεσης της ομάδας. Έγραψε συνολικά 73 γκολ σε 207 εμφανίσεις και οι επιδόσεις του τον έφτασαν μέχρι και την εθνική Ιταλίας, με την οποία έκανε ντεμπούτο το 2005 και μάλιστα ήταν μέλος της ομάδας που κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006 στη Γερμανία, σκοράροντας μάλιστα και στην πρεμιέρα των ομίλων για τη «Σκουάντρα Ατζούρα», απέναντι στη Γκάνα.
Ωστόσο, ήταν πλέον αρκετά φανερό ότι η Ουντινέζε δε θα μπορούσε να κρατήσει για πολύ το αστέρι της επίθεσής της στο Ούντινε. Το ταλέντο του Ιακουίντα φαινόταν ότι ήταν για παραπάνω και ήταν γεγονός πως δύσκολα θα κέρδιζε το οτιδήποτε με την ομάδα που τον ανέδειξε. Έτσι, το 2007 υπογράφει στη Γιουβέντους.
Στη «Μεγάλη Κυρία» δε τα πήγε άσχημα, παρότι είχε να ανταγωνιστεί Τοτέμ του συλλόγου στην επίθεση, όπως ο Νταβίντ Τρεζεγκέ και φυσικά ο μεγάλος αρχηγός, Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο. Έκανε αξιοπρεπείς σεζόν, ολοκληρώνοντας την πορεία του στη Γιούβε με 109 εμφανίσεις και 40 γκολ, πριν κλείσει σχετικά πρόωρα την καριέρα του, μετά και από έναν σύντομο δανεισμό στην Τσεζένα, το 2013.
Παρότι είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον να ασχοληθεί με την προπονητική, τα ίχνη του έχουν χαθεί και δυστυχώς έκτοτε ήρθε στην επικαιρότητα μόνο για τους λάθος λόγους. Το 2015, βρέθηκαν στο σπίτι του παράνομα όπλα και, τόσο ο Βιντσέντζο, όσο και ο πατέρας του, Τζουζέπε Ιακουίντα, κατηγορήθηκαν για σχέσεις με τη Μαφία. Καταδικάστηκαν το 2018 ο Βιντσέντζο για παράνομη κατοχή όπλων σε δύο χρόνια φυλάκιση και ο πατέρας του για σχέση με τη Μαφία σε δεκαεννέα χρόνια φυλακή. Βαρύ το τίμημα για την οικογένεια Ιακουίντα.
Είναι πάντοτε άσχημο όταν οι «ήρωες» των παιδικών σου χρόνων ξεπέφτουν μεγαλώνοντας στα μάτια σου. Όποιο δρόμο κι αν πήρε πάντως, οι ποδοσφαιρόφιλοι εκείνης της εποχής θα θυμόμαστε πάντοτε το παράστημα του Ιακουίντα που δέσποζε και τρομοκρατούσε τις αντίπαλες άμυνες και του ευχόμαστε να είναι πάντα καλά και να βρει το δρόμο του.