Ήταν μια μέρα σαν τη σημερινή σε μία από τις μεγαλύτερες ποδοσφαιρομάνες του πλανήτη, το Ροζάριο της Αργεντινής, όταν ήρθε στον κόσμο ο Κριστιάν Αλμπέρτο Γκονζάλες Πέρετ, ο οποίος έμελλε να γίνει γνωστός με το παρατσούκλι «Κίλυ» Γκονζάλες, καταγράφοντας σημαντική πορεία στο ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό στερέωμα κι όχι μόνο.
Γέννημα – θρέμμα της Σάντα Φε, έκανε στη Ροζάριο Σεντράλ τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στις ακαδημίες του συλλόγου, πριν κάνει ντεμπούτο το Δεκέμβριο του 1993 στην πρώτη ομάδα, σε μια ήττα από τη Χιμνάσια Λα Πλάτα, εκτός έδρας
Μένει για δύο σεζόν στην πρώτη ομάδα της Σεντράλ, ωστόσο γρήγορα φάνηκε πως το ταλέντο αυτού του καθαρόαιμου λατίνου εξτρέμ ήταν για παραπάνω κι ο Κίλυ ετοιμαζόταν για νέες πολιτείες. Μεταξύ άλλων, για τον εικοσάχρονο ενδιαφέρονταν κι η «Βασίλισσα», Ρεάλ Μαδρίτης, με τον Κίλυ να παίρνει τότε μια απόφαση που σίγουρα αποτέλεσε καμπή για την καριέρα του.
Όπως έχει αναφέρει χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του: «Με κάλεσε ο Μαραντόνα στο σπίτι μου. Θέλεις να έρθεις να παίξεις μαζί μου στη Μπόκα; Με ρώτησε. Ήμουν 20 χρονών μόνο και έτρεχα. Όλο αυτό κατέληξε στο να απορρίψω την Ρεάλ Μαδρίτης και να πάω στην Μπόκα». Καλή η βασίλισσα, αλλά είναι λίγο δύσκολο να σε καλεί ο Θεός κι εσύ να του πεις «Δεν έρχομαι».
Έτσι, ο Κίλυ παρέμεινε στην Αργεντινή και αγωνίστηκε τη σεζόν 1995-96 στη Μπόκα Τζούνιορς, δίπλα στον Ντιέγκο, γράφοντας 37 συμμετοχές στο πρωτάθλημα και 3 γκολ. Μετά από αυτό, ήταν πια ξεκάθαρο ότι η Αργεντινή δεν μπορούσε πια να καλύψει το πλούσιο ταλέντο του Κίλυ και είχε έρθει πια η ώρα να δοκιμάσει την τύχη του στην Ευρώπη.
Πρώτος του σταθμός η Ισπανία κι η Σαραγόσα, όπου μεταγράφηκε το καλοκαίρι του 1996 και παρέμεινε για τρία χρόνια, «γράφοντας» γεμάτες σεζόν με το σύλλογο της Αραγονίας, με 104 ματς και 17 γκολ συνολικά. Οι καλές του εμφανίσεις, προσέλκυσαν το ενδιαφέρον της Βαλένθια και το 1999 ο Κίλυ έγινε «Νυχτερίδα».
Στη Βαλένθια θα αποτελέσει ακρογωνιαίο λίθο της εξαιρετικής ομάδας που έφτιαξε ο συμπατριώτης του, Έκτορ Ραούλ Κούπερ, έχοντας συμπαίκτες παικτάρες όπως ο Μεντιέτα, ο Αγιάλα κι ο Κλαούντιο Λόπεζ και η οποία έφτασε σε δύο συνεχόμενους τελικούς στο Τσάμπιονς Λιγκ το 2000 και το 2001, χάνοντάς τους από Ρεάλ και Μπάγερν αντίστοιχα. Παρέμεινε στην ομάδα και μετά τη φυγή του Κούπερ από την ομάδα, κατακτώντας το πρωτάθλημα του 2002, υπό τις οδηγίες του Ράφα Μπενίτεθ.
Σταδιακά, άρχισε να ξεχωρίζει ο νεαρός τότε Βιθέντε, ο οποίος γρήγορα επισκίασε τον Κίλυ και έτσι, το 2003 ο Αργεντίνος αποφάσισε πως είχε έρθει η ώρα για μια νέα πρόκληση. Ακολούθησε λοιπόν τον Έκτορ Ραούλ Κούπερ στην Ίντερ, σε μια ομάδα με μεγάλη Αργεντίνικη παροικία, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να ξεχωρίσει, γράφοντας 75 συμμετοχές σε βάθος τριετίας, χωρίς να σκοράρει ούτε μία φορά. Παρόλα αυτά, έχει ένα μετάλλιο πρωταθλητή από την Ιταλία, αφού ήταν στην ομάδα το 2006, πρωτάθλημα το οποίο απονεμήθηκε στην Ίντερ από τα Ιταλικά Δικαστήρια, μετά την τιμωρία της Γιουβέντους και άλλων ομάδων στο σκάνδαλο στημένων αγώνων που έφερε μέχρι και τον υποβιβασμό της «Μεγάλης Κυρίας».
Μετά το ανεπιτυχές πέρασμα από την Ιταλία, είχε έρθει η ώρα για επιστροφή στα πάτρια εδάφη, με τον Κίλυ να εντάσσεται για δεύτερη φορά στην αγαπημένη του Ροζάριο Σεντράλ. Κάνει τρείς καλές σεζόν, πριν μετακινηθεί στη Σαν Λορέντσο, την οποία κοουτσάρει ο παλιός συμπαίκτης και φίλος του, Ντιέγκο Σιμεόνε.
Κάθεται μία χρονιά στη Σαν Λορέντσο, πριν επιστρέψει για τρίτη θητεία στη Σεντράλ, για να τη βοηθήσει στο δύσκολο έργο της επιστροφής της στη μεγάλη κατηγορία, αφού εκείνη είχε μόλις υποβιβαστεί. Η σεζόν 2010-11 ήταν κι η τελευταία του Κίλυ, παρότι το επόμενο καλοκαίρι είχε κάποιες προτάσεις να συνεχίσει την καριέρα του, μία εκ των οποίων λέγεται ότι του είχε γίνει από τον ΠΑΣ Γιάννενα. Τελικά ο Αργεντίνος επέλεξε να «κρεμάσει τα παπούτσια του», σε ηλικία 37 ετών.
Σε διεθνές επίπεδο, έγραψε 56 εμφανίσεις και 9 γκολ με την εθνική ομάδα των ανδρών από το 1995, ως το 2005, αγωνιζόμενος σε 2 Κόπα Αμέρικα κι 1 Μουντιάλ, ενώ ήταν και μέλος της τελευταίας ομάδας της Αργεντινής που κέρδισε το οτιδήποτε σε επίπεδο ανδρών στο ποδόσφαιρο, στο Χρυσό Μετάλλιο των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, το 2004.
Σήμερα, όπως κι αρκετοί ακόμη της γενιάς του, έχει στραφεί στην προπονητική, με την πρώτη του δουλειά να είναι βέβαια ο πάγκος της αγαπημένης του Ροζάριο Σεντράλ, της οποίας ηγείται από τον Ιούνιο.
Χρόνια πολλά στον γίγαντα Κίλυ Γκονζάλες!