Ο Μαραντόνα ήταν, είναι και θα είναι η πιο αμφιλεγόμενη προσωπικότητα στην ιστορία του ποδοσφαίρου και μια από αυτές του αθλητισμού γενικότερα.
Απόλυτα λογικό η ζωή του ανέκαθεν ακροβατούσε πάντα μεταξύ φτώχειας και (νεο)πλουτισμού, απόλυτης δόξας και ξεπεσμού στο ναδίρ, μύθου και πραγματικότητας (που έφτανε αρκετές φορές τα όρια σουρεαλισμού), δράματος και γελοιότητας.
Όπως είχε δηλώσει και στο ντοκιμαντέρ Diego Maradona (2019) και ο προσωπικός του τότε γυμναστής στην Νάπολι, υπήρχε πάντα ο Ντιέγκο και ο Μαραντόνα. Λάτρευε ο ίδιος τον Ντιέγκο και θα τον ακολουθούσε μέχρι το τέλος, αλλά δεν μπορούσε να συμβαδίσει με τον Μαραντόνα. Η απάντηση του Ντιέγκο ήταν ότι χωρίς τον Μαραντόνα ο Ντιέγκο θα ήταν εκεί που ξεκίνησε. Ο Μαραντόνα δημιουργήθηκε για να αντέχει στην τρομερή πίεση.
Για τον πιτσιρικά ντροπαλό Ντιέγκο που μεγάλωσε στην απόλυτη φτώχεια (πριν μετακινηθούν στο Μπουένος Άιρες η οικογένεια ουσιαστικά ζούσε με ανταλλαγές προϊόντων και υπηρεσιών, χωρίς λεφτά συνήθως) και από τα 15 του έπρεπε να φροντίζει την οικογένεια, υπάρχει ο Μαραντόνα με τις πανάκριβες γούνες, τα πολυτελή αμάξια, τα κότερα, τις κακές επενδύσεις και τα υπέρογκα χρέη από φορολογικές ατασθαλίες στην Ιταλία.
Για τον οικογενειάρχη Ντιέγκο με την σύντροφό του από τα εφηβικά τους χρόνια και τις δύο κόρες του που προστάτευε από την φρενίτιδα του κοινού και των δημοσιογράφων, υπήρχε ο Μαραντόνα που έκανε 30 χρόνια να αναγνωρίσει εξώγαμο γιο, ο Μαραντόνα των ξέφρενων πάρτι, της κοκαίνης, των ιερόδουλων, των πάρε δώσε με την Ιταλική Μαφία.
Για τον υπερταλαντούχο Ντιέγκο με το κοντό ανάστημα, το σουλούπι που θύμιζε μίνι πυγμάχο περισσότερο παρά ποδοσφαιριστή,με την κοφτερή ντρίμπλα, με το θαυματουργό αριστερό πόδι που ονειρεύονταν να παίξει μπροστά σε κόσμο και να αγοράσει ένα σπίτι στους γονείς του, υπήρχε ο ηγέτης Μαραντόνα. Αυτός που πήρε μια ομάδα του ιταλικού φτωχού Νότου, παρίες στα μάτια του πλούσιου ιταλικού βορρά, της άλλαξε νοοτροπία και κατέκτησε 2 πρωταθλήματα στο πιο δύσκολο πρωτάθλημα του κόσμου και ένα ευρωπαϊκό. Αυτός για χάρη του οποίου γράψανε σε νεκροταφεία στην Νάπολι “δεν ξέρετε τι χάνετε”. Αυτός που κατέκτησε την κορυφή του κόσμου κλέβοντας με το χέρι και ξεφτιλίζοντας όλη την άμυνα των Άγγλων στους προημιτελικούς με το γκολ του αιώνα, αυτός που πέτυχε δύο γκολ στον ημιτελικό, αυτός που πάνω στην πίεση με την ισοφάριση 2-2 των Γερμανών έβγαλε την ασίστ του 3-2. Αυτός που επανέλαβε το χέρι σε διώξιμο πάνω στην γραμμή στο Μουντιάλ το 1990, αυτός που δεν μπορούσε να σταματήσει να κλαίει μετά τον χαμένο τελικό τότε. Αυτός που έπαιρνε πάνω του όλη την πίεση για να αισθάνονται πιο άνετα οι συμπαίκτες του, αυτός που χώρισε στα δύο Ιταλία και Νάπολι όταν ηλιθιωδώς πάρθηκε η απόφαση να γίνονταν ο ημιτελικός τότε στο Σάο Πάολο, το γήπεδο που λατρεύονταν σαν θεός. Αυτός που γύρισε ξανά, σκόραρε και το θετικό τεστ σε αναβολικά του έβαλε ταφόπλακα οριστική, αφού πρόλαβε να γίνει πριν ο πιο μισητός άνθρωπος στην Ιταλία.
Για τον μαχητή και αδάμαστο Ντιέγκο, τον επαναστάτη, υπήρχε και η εικόνα ενός ειδώλου σε απόλυτη παρακμή, με επιλογές που είναι ακραίες ακόμη και για τα δεδομένα του (στυλιστικά, επαγγελματικά, προσωπικά). Για άλλους ήταν απύθμενα γελοίος, κοπρίτης,ναρκομανής, σκιά του εαυτού του και σιχαμένος χαρακτήρας. Για άλλους ήταν ο απόλυτος θεός που μπορούσε να κάνει ό,τι θέλει και δεν θα δώσει λογαριασμό σε κανέναν, για άλλους ένας ακομπλεξάριστος που κουβαλούσε ένα πελώριος βάρος και είχε ξεπλύνει τις αμαρτίες του μόνος, ήξερε ποιος είναι και ότι πάντα θα ήταν ένα loose cannon. Είναι τόσα που μπορούσε να αποκαλέσει κάποιος τον Ντιέγκο Μαραντόνα.
Είναι δύσκολο να αμφισβητήσει κάποιος ωστόσο τι μεγάλα χαμόγελα σχηματίζει όταν τον βλέπεις να κάνει ζέσταμα στους ρυθμούς του Live is life.
Είναι δύσκολο να σκεφτείς κάποιον άλλον που θα αψηφούσε τις οδηγίες της ομάδας και θα πήγαινε με την ομάδα της Νάπολι να παίξει στην λάσπη έναν φιλανθρωπικό αγώνα για τις ανάγκες ενός παιδιού.
Ξανά, με ποιον άλλον θα χαμογελούσες τόσο όταν τον βλέπεις να προπονείται, να σκοράρει και να κυλιέται στην λάσπη.
Ποιος θα μπορούσε να προκαλέσει τέτοιο χαμό με αυθεντικά κλωτσομπουνίδια σε αγώνα που παρακολουθούσε ο βασιλιάς της Ισπανίας;
Ποιος άλλος προσφέρει τέτοια αμηχανία όταν δεν ξέρεις αν πρέπει να γελάσεις, να φωνάξεις ΝΑΙ ΡΕ ΝΤΙΕΓΚΟ ΜΟΝΟ ΕΣΥ ή να αποδοκιμάσεις τέτοιες ενέργειες.
Τι να πεις άλλο άραγε για έναν τέτοιο άνθρωπο του οποίου ένα λεπτό δικό του είναι ολόκληρη η ζωή των άλλων;
Θα αναγνωρίσεις ότι είναι μοναδικός. Καλύτερος όλων των εποχών ή ξεπερασμένος, είδωλο ή σιχαμένος, ο Ντιέγκο Μαραντόνα ήταν μοναδικός και δεν έβλεπε κανέναν δίπλα του. Γι’ αυτό και ήταν πρότυπο για τόσους και τόσους και γι’ αυτό ακόμη κάθε φορά που βλέπουμε κάποιον κοντό Αργεντίνο μεσοεπιθετικό θα ψάχνουμε πάντοτε τον Νέο Ντιέγκο
Παρά τα πολλά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε και την άρνησή του να συμμορφωθεί με τις νέες ανάγκες του σώματός του, ακόμη δεν το πιστεύεις κάποιες φορές ότι δεν είναι πια μαζί μας.