Ο Γιόχαν Κρόιφ είναι ένας από τους πιο επιδραστικούς ανθρώπους στο ποδόσφαιρο, αν όχι ο πιο επιδραστικός. Ο άνθρωπος που άλλαξε τον Άγιαξ, την Μπαρτσελόνα, που ίδρυσε ολόκληρη ποδοσφαιρική σχολή.
Το όνομά του θα μείνει για πάντα στο ποδοσφαιρικό πάνθεον και είναι να απορείς γιατί αυτός ο παίκτης δεν κατέκτησε το Μουντιάλ του 1974, ως μέλος της “καλύτερης ομάδας που δεν κέρδισε ποτέ το Μουντιάλ”. Αυτή ήταν η Ολλανδία του άλλου θρύλου, του Ρίνους Μίχελς. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του αστέρα του Άγιαξ και ένα από τα πρωτοπαλίκαρα του Μίχελς, Ρούντι Κρολ, η ομάδα αποτελούνταν από έναν υπερπαίκτη (guess who), 5-6 παίκτες παγκόσμιας κλάσης και οι υπόλοιποι μπορούσαν να σταθούν στο υψηλότερο Ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ο Ρίνους Μίχελς είναι ο θεμελιωτής του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου, που απαιτούσε οι ποδοσφαιριστές να μπορούν να αλληλοσυμπληρώνουν ο ένας τον άλλον και να παίζουν σε πολλές θέσεις με την ίδια άνεση. Ο κάθε παίκτης κινούνταν ελεύθερα γιατί γνώριζε ότι θα καλύψει κάποιος άλλος την θέση του. Το ´Totaalvoetbal´ απαιτούσε μεν απόλυτη ελευθερία που συνδυάζονταν με τρομερή πειθαρχία και αλληλοκάλυψη κατά την επίθεση, τι γίνονταν όμως όταν η ομάδα έπρεπε να αμυνθεί; Τότε ήθελε μανιακή καταδίωξη της μπάλας, ασταμάτητο τρέξιμο και εξαντλητική πίεση στον αντίπαλο. Και αν ο Κρόιφ ήταν ο κύριος εκφραστής της επιθετικής εφαρμογής του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου, ένας άλλος συνονόματός του ήταν αυτός που κρατούσε τα κλειδιά στο αμυντικό κομμάτι. Αλλά έκανε και πολύ περισσότερα από αυτά.
Ήταν ένας από τους 5-6 παίκτες παγκόσμιας κλάσης που ανέφερε ο Κρολ. Το ονοματεπώνυμό του ήταν Γιόχαν Νέεσκενς. Συνοδοιπόρος του Κρόιφ (συμπαίκτες σε Άγιαξ, Μπαρτσελόνα, μετά μεταγραφή στην Αμερική) και “αδερφός” του και μέσα στο γήπεδο. Η συνεργασία τους ήταν τέλεια, μιας και ο ένας συμπλήρωνε τον άλλον. Η διαφορά τους (πέρα από την ελάχιστα λιγότερη λάμψη που είχε ο Νέεσκενς) ήταν ότι ο “”δεύτερος” Γιόχαν, όπως αποκαλέστηκε, μπορούσε να παίξει κυριολεκτικά σε όλες τις θέσεις. Ξεκίνησε από μπακ και σταδιακά πήρε την θέση δίπλα στον Κρόιφ ενώ έπαιξε και επιθετικός. Αυτοί οι δύο ήταν το yin και το yang της ποδοσφαιρικής φαντασίωσης του Μίχελς.
Μια άλλη τους διαφορά ήταν ότι ο Νέεσκενς δεν προέρχονταν από την ακαδημία του Αίαντα. Υπήρξε ένα ακατέργαστο διαμάντι της Χεεμστέντε, που ξεκίνησε σαν δεξί μπακ και ο Μίχελς επί Άγιαξ είδε ότι θα αποτελούσε ένα τέλειο εργαλείο να συμπληρώσει το αριστούργημά του. H τριάδα βρέθηκε στην Μπαρτσελόνα με τον Johan Segon (δεύτερος Γιόχαν όπως βαπτίστηκε από τους οπαδούς) να ακολουθεί τον Κρόιφ μετά από έναν χρόνο. Τότε συνειδητοποίησαν πόσο απαραίτητος είναι ο Νέεσκενς στο να συμπληρώνει τον Κρόιφ, να καταστρέφει τους δυνατούς παίκτες κάθε αντιπάλου και να ελέγχει τον αγώνα. Μετά την πενταετία στην Μπάρτσα, (ο θρύλος το έχει να τον πουλάει επειδή δεν πάσαρε κωλόχαρτο στον πρόεδρο που περίμενε στην τουαλέτα έχοντας κόψιμο) ακολούθησε την μόδα της εποχής και πήγε στην Αμερική, στους Νιου Γιορκ Κόσμος στην ηλικία των μόλις 28 χρονών.
Ένας έταιρος μαέστρος που πρόσθετε ακόμη περισσότερη ομαδικότητα και γρήγορο τέμπο στην δουλεμένη σαν ρολόι Ολλανδία των 70’ς. Ο “Διόσκουρος” του Κρόιφ ήταν δυνατός, ταχύτατος, είχε εξαιρετική τεχνική κατάρτιση αλλά δεν είχε κανένα πρόβλημα να γίνεται ο χαμάλης για το alter ego του ώστε να τον αφήσει να λάμψει. Ένας από τους πρώτους box-to-box μέσους, που τα έκανε όλα. Πίεζε, μάρκαρε, κέρδιζε μπάλα, δημιουργούσε, σκόραρε. Όπως είπε και ο συμπαίκτης του Σγιάακ Σβαρτ, “είχε την αξία δύο παικτών στο γήπεδο”. Σε άλλη ομάδα θα ήταν ο αστέρας της, με τον Νέεσκενς να είναι στον Κρόιφ ότι είναι ο Τζορτζ Χάρισον μπροστά στον Τζον Λένον.
Ο Νέεσκενς είναι από τους πρώτους παίκτες που μασούσαν σίδερο αλλά είχαν και τεχνική κατάρτιση. Η προηγούμενη “φουρνιά” της θέσης του είχε την δύναμη, την “περνάς μόνο πάνω από το πτώμα μου” νοοτροπία, αλλά ο Νέεσκενς το πήγε σε ένα άλλο επίπεδο. Ξεκινούσε τις επιθέσεις και συχνά πυκνά ήταν στο σημείο του πέναλτι για να σκοράρει. Την τρομερή ευκολία του στο σκοράρισμα αντικατοπτρίζουν και τα 5 γκολ του στο Μουντιάλ του 1974 (ένα με την Βραζιλία στον ημιτελικό και το πέναλτι πιο κάτω, στον τελικό με την Γερμανία). Σκόραρε συνήθως είτε παίρνοντας κεφαλιά ανάμεσα σε δύο ρισκάροντας να σπάσει τον λαιμό του, είτε εμφανίζονταν ξαφνικά με προβολή όπως το γκολ του με την Βραζιλία στον ημιτελικό του 1974 (βλέπε το βίντεο πιο κάτω).
Το παιχνίδι του σε αυτόν τον αγώνα είναι ότι πρέσβευε ο Νέεσκενς. Μαγεία, αυταρπάνηση, τσαμπουκάς και ΑΤΣΑΛΙ. Δέχτηκε δύο χτυπήματα από τους Μαρίνιο και Παρέιρα που θα έστελναν άλλους σε νοσοκομείο. Αυτός σηκώθηκε, σήκωσε τις κάλτσες του και συνέχισε. Και έδωσε μια γερή κλωτσιά – τάκλιν που έμοιαζε εκδίκηση σε έναν άλλον Βραζιλιάνο. “Φάουλ. Ένας Ολλανδός πήρε εκδίκηση. Θα πρέπει να είναι ο Νέεσκενς. Μόνο αυτός κάνει τάκλιν έτσι“, λέει ο σχολιαστής του αγώνα.
Σε αυτόν τον αγώνα είχε την αποστολή να πιέζει τόσο ψηλά με τους άλλους δύο μέσους της Ολλανδίας (Βιμ Γιάνσεν, Βαν Χάνεγκεμ) ώστε ο ίδιος βρίσκονταν σε θέση φορ συχνά πυκνά, ώσπου έβαλε και το γκολ.
Ανέκαθεν, συμπεριλαμβανομένου και του Μίχελς, οι προπονητές του τον συμβούλευαν να μην πηγαίνει τόσο δυνατά στις φάσεις ώστε να μην τραυματιστεί σοβαρά. Η απάντησή του πάντα ίδια: “Όταν μπαίνω στο γήπεδο θέλω πάντα να νικάω και να έχω την μπάλα και δεν ανησυχώ για τον εαυτό μου”.
Και όπως και ο “μεγάλος αδερφός του”, έπρεπε να θεμελιώσει και αυτός κάτι. Αυτό ήταν το κεραυνός – χτύπημα πέναλτι, το οποίο έμελλε να είναι σήμα κατατεθέν του. Αυτό μπήκε στο 1ο λεπτό του τελικού με την Γερμανία όταν με διαδοχικές πάσες οι Ολλανδοί μπήκαν στην περιοχή και κέρδισαν το πέναλτι, χωρίς να έχουν αγγίξει την μπάλα οι Γερμανοί. Όταν δέχεσαι τέτοιο γκολ – σφαλιάρα στο 1ο λεπτό θέλει πολλά ψυχικά αποθέματα να επανέλθεις και τότε οι Γερμανοί τα είχαν με τους δικούς τους παικταράδες.
Οι Ολλανδοί τον λάτρευαν. Το λουκ του (βρώμικα μαλλιά μέχρι τον ώμο, φαβορίτες), το ασύγκριτο πάθος του (ματιά – “πουστόπαιδο θα σε φάω ζωντανό”, εξοντωτικό σκανάρισμα σε κάθε τετραγωνικό εκατοστό του γηπέδου με αυταπάρνηση που δεν λογάριαζε τραυματισμούς και τάκλιν), του έδιναν αύρα νικητή. Θα ίδρωνε πάντα την φανέλα και θα ήταν πρότυπο για όλους. Και ας ήταν ο παίκτης που έπαιξε σε δύο τελικούς Μουντιάλ και έχασε και τους δύο. Ακόμη και σαν προπονητής αργότερα έπαιρνε μέρος στα προπονητικά διπλά και τα τάκλιν του ήταν ένας πολύ καλός λόγος για τους αντιπάλους να μην τον βρουν καθόλου στον διάβα τους.
Μια χαρακτηριστική ιστορία για το στάτους – ροκ σταρ που είχε συνέβη το 1981. Τότε ο Νέεσκενς έπαιζε στην Αμερική, στους Νιου Γιορκ Κόσμος, από την ηλικία των μόλις 28 χρόνων. Το rock star λουκ του και η αγάπη από τις θαυμάστριές του δυστυχώς τον οδήγησε σταδιακά και σε rock star lifestyle με αλκοόλ και τζόγο. Η φυσική του κατάσταση είχε φθαρεί, το μυαλό του ήταν αλλού (είχε χάσει πτήση και είχε τεθεί εκτός Εθνικής) αλλά η Ολλανδία τον χρειαζόνταν γιατί η πρόκριση για το Ευρωπαϊκό του 1982 ήταν αμφίβολη. Ο Νέεσκενς προπονούνταν καθημερινά. Όταν μπήκε στο στάδιο όλο το γήπεδο ζητωκραύγαζε και φώναζε το όνομά του, θαρρείς ότι εννοούσαν τον Κρόιφ, τον μεγάλο αδερφό, όχι τον Νέεσκενς.
Σου έδινε την εντύπωση ότι παρά το τεράστιο ταλέντο του, η νοοτροπία του μαχητή ήταν αυτή που τον οδηγούσε ψηλά. Η αφοσίωση που είχε στην φανέλα που φορούσε και η ακατάπαυστη ενέργεια να έχει την μπάλα δική του και να την πασάρει όπως ξέρει αυτός. Ο βοηθός προπονητή του Αίαντα τότε, Μπόμπι Χάαρμς, τον είχε περιγράψει σαν έναν καμικάζι πιλότο, έναν στρατιώτη επίθεσης. Όσο για την αναγνώριση που είχε ο μεγάλος αδερφός, δεν φάνηκε να τον ένοιαζε ποτέ. Και ας έχουν πει σπουδαίοι παίκτες σαν τον Τρέβορ Φράνσις της Αγγλίας ότι ο Νέεσκενς θα έλαμπε περισσότερο αν δεν ήταν στην σκιά του Κρόιφ.
Στις 6 Οκτωβρίου 2024 ο μικρός Γιόχαν θα έβρισκε ξανά τον μεγάλο. Ο μεγάλος Γιόχαν θα τον περίμενε καιρό να οργιάσουν μαζί και στον άλλον κόσμο. Εκεί πάλι ο μεγάλος θα είναι ο αρτίστας, ο καλλιτέχνης και ο μικρός θα μεταδίδει όλη την ενέργειά του για το καλύτερο αποτέλεσμα.