Ο Κάχαμπερ ή Κάχα Καλάτζε, όπως τον γνωρίζαμε οι περισσότεροι, ήταν αδιαμφισβήτητα η πιο χαρακτηριστική φιγούρα του ποδοσφαίρου της Γεωργίας για όλους εμάς τους γύρω στα 30, αφού η πρώην Σοβιετική Δημοκρατία δε μετρά και πάρα πολλά μεγάλα ταλέντα που να έχουν ξεπεταχθεί από τις ομάδες της, μέχρι να εμφανιστεί ο Κβίτσα Κβαρατσκέλια. Έτσι, είναι φυσικό ένας πολύ υψηλού επιπέδου αμυντικός, που έφτασε μέχρι και να αγωνίζεται βασικός στην κραταιά Μίλαν των μέσων της πρώτης δεκαετίας του 2000, να θεωρείται το κορυφαίο εξαγώγιμο ποδοσφαιρικό προϊόν της χώρας (πάλι, πριν τον Κβαρατσκέλια).
Γεννήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου του 1978 στη Σαμτρέντια της τότε Σοβιετικής Ένωσης και έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στην Ντιναμό Τιφλίδας, όπου αγωνίστηκε από το 1993, μέχρι και το 1998, όταν και τράβηξε την προσοχή της Ντιναμό Κιέβου, η οποία τον απέκτησε. Τρία χρόνια αργότερα, το 2001, ο Κάχα Καλάτζε έγινε ο πιο ακριβός Γεωργιανός ποδοσφαιριστής στην ιστορία, με τη Μίλαν να τον αποκτά έναντι 16 εκατομμυρίων ευρώ.
Και εκεί που ο Κάχα Καλάτζε νιώθει πια τον κόσμο «στα πόδια του», έρχεται μια οικογενειακή τραγωδία να τα αλλάξει όλα. Ο μικρότερος αδερφός του Κάχα, Λέβαν Καλάτζε πιάνεται όμηρος από απαγωγείς το Μάιο του 2001, και ζητούνται λύτρα 600 χιλιάδων δολαρίων για να αφεθεί ελεύθερος. Παρότι οι πληροφορίες αναφέρουν πως τα λύτρα καταβλήθηκαν κανονικά από την οικογένεια Καλάτζε, ο αδερφός του παίκτη της Μίλαν δεν επεστράφη ποτέ και βρέθηκε νεκρός σε ερημική τοποθεσία μερικά χρόνια αργότερα.
Ήταν προφανώς μια υπόθεση που συντάραξε τον σταρ της Μίλαν, αφού υπήρξαν κι άλλες θεωρίες για την υπόθεση, όπως ότι ο πατέρας της οικογένειας είχε επιχειρήσει να συναντήσει τους δράστες και να τους «ξεσκεπάσει», οπότε ο μικρός γιός την πλήρωσε με τη ζωή του, όμως ποτέ δεν έγινε πραγματικά και σίγουρα γνωστό το τι συνέβη πραγματικά. Ο Κάχα Καλάτζε συνέχισε την καριέρα του και κέρδισε κυριολεκτικά τα πάντα με τη Μίλαν. 2 Τσάμπιονς Λιγκ (τις σεζόν 2002-2003 και 2006-2007), ένα πρωτάθλημα Ιταλίας (τη σεζόν 2003-2004), κι ένα Κύπελλο Ιταλίας (τη σεζόν 2003-2004). Μετά τη Μίλαν, κάνει ένα βραχύ πέρασμα από τη Τζένοα και τελικά σταματάει το ποδόσφαιρο το 2012.
Όσον αφορά τη παρουσία του με τη φανέλα της Εθνικής Γεωργίας, εννοείται πως ήταν βασικό και αναντικατάστατο στέλεχος, ενώ μάλιστα ήταν και αρχηγός της για πολλά χρόνια. Δεν κατάφερε να πάει σε κάποια μεγάλη διοργάνωση με την Εθνική Γεωργίας. Οι Γεωργιανοί έπρεπε να περιμένουν ως το 2024 και να πέσουν πάνω στην Εθνική μας, ώστε να την αποκλείσουν και να πάνε στα τελικά του Euro 2024 για πρώτη φορά μετά τη σύσταση του Κράτους τους.
Επική στιγμή πάντως του Κάχα Καλάτζε με τα χρώματα της Εθνικής Γεωργίας ήταν στις 5 Σεπτεμβρίου 2009, όταν η Γεωργία αντιμετώπιζε την ομάδα της Εθνικής Ιταλίας στην Τιφλίδα. Από το 57′ ως το 67′ ο Κάχα Καλάτζε κατάφερε να σκοράρει ΔΥΟ αυτογκόλ και τελικά η Ιταλία να πανηγυρίσει τη νίκη μέσα στην Τιφλίδα.
Παράλληλα με την ποδοσφαιρική του καριέρα, ο Κάχα Καλάτζε ήταν και επενδυτής στη χώρα του τη Γεωργία, την Ιταλία, την Ουκρανία και αλλού και, μετά το τέλος της διαδρομής του, δεν άργησε να ακολουθήσει το μονοπάτι της πολιτικής. Εξελέγη πρώτη φορά με το νεότευκτο το 2012 κόμμα «Γεωργιανό Όνειρο», του δισεκατομμυριούχου Μπιντίζνα Ιβανισβίλι και διατέλεσε βουλευτής, υπουργός ενέργειας, αναπληρωτής πρωθυπουργός κι άλλες βασικές θέσεις, πριν εκλεγεί και δήμαρχος Τιφλίδας το 2017. Καθόλου άσχημα δε τα πήγε και στην πολιτική ο Κάχα. Το 2021 μάλιστε επανεξελέγη δήμαρχος Τιφλίδας, με 55%. Μόνο ο Αχιλλέας Μπέος παίρνει μεγαλύτερα ποσοστά.
Το σίγουρο είναι πως, ανεξάρτητα από το τι είδους πολιτικός είναι, για εμάς τους ποδοσφαιρόφιλους, ο Κάχα Καλάτζε θα είναι πάντοτε ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους Γεωργιανούς, τόσο στον κόσμο του ποδοσφαίρου, όσο και γενικώς.