Όταν κάποιος ακούει για τη Φινλανδία, το τελευταίο πράγμα που μάλλον θα του έρθει στο μυαλό, είναι το ποδόσφαιρο. Η Σκανδιναβική χώρα είναι γνωστή για το χιόνι και τον παγετό που έχει στο μεγαλύτερο μέρος του χρόνου, για το χωριό του Άγιου Βασίλη και φυσικά για το εξαιρετικό σύστημα εκπαίδευσης το οποίο έχει αναπτυχθεί με τα χρόνια στο καλύτερο ίσως σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Κι όμως, έστω και περιστασιακά, εμφανίζεται καμιά φορά ακόμα και στα λιγότερο προηγμένα ποδοσφαιρικά έθνη κάποιος ποδοσφαιριστής που προσφέρει κάτι το τελείως διαφορετικό από όσα είχαμε δει μέχρι τότε. Μία τέτοια περίπτωση είναι και ο μεγάλος Γιάρι Λίτμανεν, που γεννήθηκε στο Λάχτι της Φινλανδίας την 20η Φεβρουαρίου του 1971.
Ο Φινλανδός μεσοεπιθετικός αγωνίστηκε στην πατρίδα του με τις Reipas, MyPa και με την Ελσίνκι, τη σημαντικότερη μάλλον ομάδα της χώρας διαχρονικά, πριν τον ανακαλύψουν οι δαιμόνιοι σκάουτερ του Άγιαξ στην ηλικία των 21 και τον φέρουν στην Ολλανδία. Εκεί ο Λίτμανεν έγινε ο μαέστρος της ομαδάρας που έχτισε ο «Αίαντας» στα μέσα της δεκαετίας του ’90, η οποία έφτασε μέχρι την κορυφή της Ευρώπης και σκόρπισε στα πέρατα της Ηπείρου παικταράδες που ξεχώρισαν, όπως οι Κλάιφερτ, Όβερμαρς, Ντάβιντς κ.α.
Με τον Άγιαξ έπαιζε αρχικά στις ρεζέρβες, μέχρι που ο Λουίς Βαν Γκάαλ τον εμπιστεύτηκε ως αντικαταστάτη ενός άλλου μεγάλου αρτίστα, του Ντένις Μπέργκαμπ που έφυγε για την Ίντερ. Ο Λίτμανεν φορά το νούμερο 10 και σταδιακά καθοδηγεί τον Άγιαξ σε μεγάλες επιτυχίες, κερδίζοντας 5 πρωταθλήματα Ολλανδίας, 3 κύπελλα, ισάριθμα σούπερ καπ και φυσικά το Τσάμπιονς Λιγκ του 1995, όπου απέκλεισε και τον Παναθηναϊκό στους αξέχαστους ημιτελικούς.
Παρότι ξεχώριζε στο γήπεδο, ως ένας από τους πιο προικισμένους παίκτες που έπαιξαν ποτέ στον Άγιαξ, σε σημείο που οδήγησε τους οπαδούς του να τον φωνάζουν «Μέρλιν», λόγω των μαγικών που έκανε με τη μπάλα, ο Λίτμανεν είναι από τους παίκτες που δυστυχώς οι τραυματισμοί δεν άφησαν ποτέ να ξεδιπλώσει όλο το ταλέντο του για μεγάλα διαστήματα.
Χαρακτηριστικό είναι πως στις 6 σεζόν που αγωνίστηκε ως κανονικό μέλος της πρώτης ομάδας του Άγιαξ, ο Λίτμανεν έχασε 57 από τα συνολικά 204 παιχνίδια πρωταθλήματος, λόγω τραυματισμών. Αυτή η συχνότητα, ήταν που του προσέδωσε και το παρατσούκλι «Γυάλινος».
Το καλοκαίρι του 1999 μετακινείται στη Μπαρτσελόνα, ως ένας από τους πολλούς είναι η αλήθεια, παίκτες που φέρνει μαζί του ο Λουίς Βαν Γκααλ στη Βαρκελώνη από το Άμστερνταμ. Οι τραυματισμοί κι ο δύσκολος χαρακτήρας του Ολλανδού τεχνικού τον φέρνουν γρήγορα στο περιθώριο και καταγράφει μόλις 32 παιχνίδια με τους «Μπλαουγκράνα», μέχρι τον Ιανουάριο του 2001, που πηγαίνει ως ελεύθερος στη Λίβερπουλ.
Παρότι ήταν μέλος της ομάδας που κέρδισε 5 τίτλους υπό τον Ζεράρ Ουγιέ το 2001 στους «Κόκκινους», ο Φινλανδός δεν κατάφερε ούτε εκεί να κάνει τη διαφορά. Οι τραυματισμοί ήταν συχνοί και αρκετά σοβαροί και παρότι σκόραρε μερικά σημαντικά γκολ, ο Λίτμανεν έφυγε από το Μέρσισαϊντ μετά από μιάμιση σεζόν, γράφοντας 43 συμμετοχές και 9 γκολ με τη Λίβερπουλ. Είχε έρθει η ώρα της επιστροφής στον Άγιαξ.
Αφού έλαχε υποδοχής ήρωα από τους οπαδούς της ομάδας που διαχρονικά τον λάτρευαν, ο Λίτμανεν βοηθά την ομάδα να φτάσει μέχρι τα προημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ το 2003, όμως οι τραυματισμοί του ξαναχτυπούν την πόρτα και γράφει μόλις 32 παιχνίδια μέχρι το 2004, όταν και η ομάδα του Άμστερνταμ αποφασίζει να λύσει το συμβόλαιό του.
Για τα επόμενα 6 χρόνια περιπλανάται ανά την Ευρώπη, παίζοντας για τις Λάχτι, Χάνσα Ρόστοκ, Μάλμε, Φούλαμ και Ελσίνκι, με τους τραυματισμούς να μη τον αφήνουν να αποδώσει σε καμία εξ αυτών όπως θα ήθελε και σίγουρα θα μπορούσε. Κλείνει την καριέρα του με τη φανέλα της Ελσίνκι το 2011, σε ηλικία 40 ετών.
Εκτός της συλλογικής του καριέρας φυσικά, ο Λίτμανεν αποτελεί και έναν εκ των σημαντικότερων παικτών που έχει φορέσει τη φανέλα της εθνικής Φινλανδίας. Διετέλεσε μάλιστα και αρχηγός της τη μακρά περίοδο από το 1996, ως το 2008, ενώ είναι ο πρώτος σε συμμετοχές (137) και σε γκολ (32) παίκτης της ομάδας σε όλη την ιστορία της. Είναι βέβαιο πως φέρει βαρέως το γεγονός ότι δεν κατάφερε ποτέ να την οδηγήσει σε τελική φάση μιας μεγάλης διοργάνωσης, πράγμα που η Φινλανδία κατάφερε μόλις πέρσι με την πρόκρισή της στα τελικά του Euro που θα γίνει το καλοκαίρι.
Ο Λίτμανεν, για όσους τον πρόλαβαν, είναι αδιαμφισβήτητα ένας εκ των κορυφαίων χειριστών της μπάλας στην ιστορία. Πραγματικά, όσοι δεν τον είδαν να παίζει, δε μπορούν να κατανοήσουν σε τι επίπεδο βρίσκονταν τα αγγίγματα του στη μπάλα κι ευτυχώς που υπάρχει το Youtube, για όποιον ενδιαφέρεται να μάθει. Πόσο κρίμα που οι τραυματισμοί «φρέναραν» αυτόν τον παικταρά.